Άλεξ φαν Βάρμερνταμ: μια πραγματικά διαφορετική φωνή του σινεμά στην Ελλάδα
Οι Νύχτες Πρεμιέρας με περηφάνια υποδέχθηκαν τον Άλεξ φαν Βάρμερνταμ στην Αθήνα και μπόρεσαν έτσι να συστήσουν τον εκκεντρικό «τρελό» του παγκόσμιου σινεμά στο ελληνικό κοινό, μέσα από τις ιδιοσυγκρασιακές του ταινίες που περιλαμβάνονται στην πλήρη ρετροσπεκτίβα του Φεστιβάλ.
Οι Νύχτες Πρεμιέρας με περηφάνια υποδέχθηκαν τον Άλεξ φαν Βάρμερνταμ στην Αθήνα και μπόρεσαν έτσι να συστήσουν τον εκκεντρικό «τρελό» του παγκόσμιου σινεμά στο ελληνικό κοινό, μέσα από τις ιδιοσυγκρασιακές του ταινίες που περιλαμβάνονται στην πλήρη ρετροσπεκτίβα του Φεστιβάλ.
Ο Άλεξ φαν Βάρμερνταμ πέρασε μερικές μέρες στην Αθήνα συνομιλώντας με το κοινό των προβολών αλλά και δίνοντας ένα masterclass την Παρασκευή 20/9 στο καφέ του βιβλιοπωλείου Ιανός.
Στην ερώτηση αν ξεκινά ποτέ θέλοντας να αναδείξει ένα κοινωνικό σχόλιο μέσα από τις ταινίες του, εκείνος δήλωσε «αθώος». «Η κοινωνική αλληγορία δεν είναι ο σκοπός μου όταν ξεκινώ μια ταινία. Κάποια στοιχεία παρεισφρέουν αργότερα όταν δουλεύω το σενάριο, ίσως επειδή είμαι μέλος της κοινωνίας και οι ταινίες μου το ίδιο. Όμως μπορεί να βάζω έναν χαρακτήρα να κλάψει γιατί θέλω ήχο κλάματος εκείνη τη στιγμή. Εντάξει ίσως είμαι υπερβολικός – στην πραγματικότητα όμως δεν είναι εκούσιο.»
Πέρα από το κοινό γνώρισμα της δύσκολης ένταξής τους σε σαφή κατηγορία και ύφος, οι ταινίες του μοιράζονται την άναρχη φύση, την ιδιοσυγκρασιακή ματιά στον κόσμο μας και μια τάση να γίνονται ολοένα σκοτεινότερες, αν και, όπως πιστεύει ο ίδιος, «όλες μου οι ταινίες είναι κατά βάθος κωμωδίες». Κάθε φορά όμως είναι κάτι το εντελώς δικό τους. «Μου αρέσει να θέτω περιορισμούς, π.χ. στο “Μπόργκμαν” σκέφτηκα ότι δεν ήθελα καθόλου σεξ και έτσι έγινε. Δεν έχω έναν συγκεκριμένο σκελετό όταν ξεκινώ μια ταινία. Αρχίζω με κάποιες αμυδρές ιδέες, προκύπτει το στόρι, οι εικόνες έρχονται μετά και έπειτα είναι κάτι σαν παιχνίδι – φτιάχνεις “εμπόδια” και μετά τα ξεπερνάς, προσπαθώντας να βρεις τη λύση.»
Όπως εξήγησε, η τόσο χαλαρή μέθοδος σημαίνει ότι σε μερικές περιπτώσεις και ο ίδιος δεν γνωρίζει την κατεύθυνση της ιστορίας του. «Προσπαθώ να υπάρχει μια λογική σε ό,τι συμβαίνει. Θυμάμαι σε ένα μου πρότζεκτ ήμουν πέντε σελίδες πριν το τέλος και ακόμη δεν ήξερα ποιος θα πεθάνει. Αυτό που με εκπλήσσει μερικές φορές είναι όταν ένας μικρός χαρακτήρας αποκτά σημασία και βαρύτητα σχεδόν πρωταγωνιστή – χωρίς εγώ να το έχω προβλέψει.»
Αποκαλώντας την εμπειρία του στο Φεστιβάλ Καννών ως κάτι το ευχάριστο, μία φιλοφρόνηση που όμως δεν του άλλαξε και τη ζωή, ο φαν Βάρμερνταμ τοποθετήθηκε αρνητικά για την τρέχουσα μόδα που θέλει το σινεμά να υποχωρεί για χάρη του home entertainment. «Δεν είμαι άνθρωπος του Ίντερνετ, είμαι πιο παραδοσιακός. Εγώ γυρίζω για το σινεμά: να υπάρχουν άνθρωποι, να κλείνουν τα φώτα, όλοι μαζί να παρακολουθούν… Η τηλεόραση μού προκαλεί μια κατάθλιψη: έχει διακοπές για διαφημίσεις, κόβουν τίτλους τέλους… Αν στο μέλλον έχουμε τόσο μεγάλες οθόνες, κλείνουν φώτα και δεν πάει κανείς τουαλέτα – τότε δεν έχω αντίρρηση!».
Αργότερα, στην προβολή του «Μπόργκμαν», ο Άλεξ φαν Βάρμερνταμ, ο «εκκεντρικός, τρελός αυτός Ολλανδός», όπως ανέφερε στην εισαγωγή του ο καλλιτεχνικός διευθυντής Ορέστης Ανδρεαδάκης, παρέλαβε το Βραβείο της Πόλης των Αθηνών για το σύνολο της καριέρας του και δήλωσε ταυτόχρονα ευτυχής και θλιμμένος - «είναι το πρώτο τέτοιο βραβείο και αυτό με χαροποιεί πολύ, αλλά επίσης μου θυμίζει ότι δεν είμαι πια νέος!», σχολίασε παιχνιδιάρικα.