Αφιέρωμα Grindhouse
Ο Ναός της Διαστροφής
Ο Ναός της Διαστροφής
Αντίθετα με ό,τι πιστεύει ακόμη μια μεγάλη μερίδα του κόσμου, το Grindhouse δεν αποτελεί κινηματογραφικό είδος. Στην πραγματικότητα ο όρος περιγράφει μια συγκεκριμένη κατηγορία κινηματογραφικών αιθουσών που άνθισαν στις ΗΠΑ από την δεκαετία του '60 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '80. Φωλιασμένα στις πιο κακόφημες γειτονιές των κέντρων των αμερικανικών μεγαλουπόλεων, τα Grindhouse theatres αποτελούσαν την ξεθωριασμένη και βρωμερή κατάληξη των πολυτελών κινηματογράφων του '30 και του '40. Μέρα και νύχτα πόρνες, πρεζόνια, νταβατζήδες, άστεγοι, ηδονοβλεψίες ή μοναχικοί τύποι με περίεργα γούστα πλήρωναν το ποταπό εισιτήριο και διάλεγαν τις βδελυρές αυτές αίθουσες για ύποπτες επαγγελματικές συναλλαγές ή ως τόπο διαφυγής από απαιτητικές συζύγους και τα αδιάκριτα μάτια του κόσμου. Σχεδόν ολόκληρο το 24ωρο, τα Grindhouse ενάλλασσαν αδιάκοπα (εξ ου και το όνομά τους) διπλά και τριπλά προγράμματα από ένα εντυπωσιακά πολυσυλλεκτικό ρεπερτόριο: Σοκαριστικά ψευδοντοκιμαντέρ και υποτιθέμενα snuff movies, γυμνόστηθες καλονές αλλά και hardcore πορνογραφία, εξωτικά τσιμπούσια ανθρωποφαγίας, ανάστατες γυναικείες φυλακές και S&M ναζιστικά πάρτι, ζόμπι και αιματορουφήχτρες λεσβίες, σπαγγέτι γουέστερν και οργίλες καλόγριες, άγριες συμμορίες και ψυχεδελικά τριπάκια, όλα έβρισκαν τη θέση τους στο Grindhouse κύκλωμα. Blaxploitation, sexploitation, nunsploitation, dyxploitation και κάθε είδους παραλλαγή του exploitation σινεμά είχαν βασικούς στόχους την κατάρριψη κάθε ταμπού και αίσθησης καλού γούστου και εν τέλει την απροκάλυπτη πρόκληση. Βία, σεξ σε τρόμος σε κάθε πιθανό συνδυασμό ήταν τα απαραίτητα συστατικά για να χριστεί μία ταινία αναμφισβήτητο Grindhouse hit.

Το 13ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» ξεσκονίζει την ιστορία και παρουσιάζει στους θεατές του ορισμένες από τις διασημότερες ταινίες Grindhouse, μεταξύ των οποίων τα «Cannibal Holocaust» του Ρουγκέρο Ντεοντάτο, «Supervixens» του Ρας Μέγιερ, «The Candy Snatchers» του Γκέρντον Τρούμπλαντ, «Coffy» του Τζακ Χιλ και «School of the Holy Beast» του Νοριφούμι Σουζούκι.